Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2010

Σεμινάριο “Hearing Voices” . Ακούγοντας φωνές και ζώντας με αυτές.






Την εβδομάδα από 22/2 έως 27/2 2010 πραγματοποιήθηκαν πέντε συναντήσεις στα πλαίσια του σεμιναρίου "Hearing Voices". Οι συναντήσεις έγιναν σε διαφορετικά σημεία της Αθήνας. Στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, σε χώρο του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Αθηνών και στο Παγκόσμιο Πολιτιστικό Ίδρυμα του Ελληνισμού της Διασποράς. Στόχος του σεμιναρίου υπήρξε η εξοικείωση του ελληνικού κοινού με τις δραστηριότητες του δικτύου "Hearing Voices". Πριν εξετάσουμε κατά πόσο το σεμινάριο υπήρξε επιτυχές χρειάζεται να παρουσιάσουμε δύο λόγια για το δίκτυο, όπως το ίδιο αυτοπροσδιορίζεται:
"Το δίκτυο Hearing Voices (HV) ξεκίνησε το 1988 από την Ολλανδία όταν ο ψυχίατρος Marius Romme έλαβε σοβαρά υπόψη τις κριτικές απόψεις μιας γυναίκας που τον επισκεπτόταν επειδή άκουγε φωνές και αμφισβητούσε την αντιμετώπιση που πρότεινε το ορθόδοξο ψυχιατρικό μοντέλο. Αντί της αντιμετώπισης τέτοιων και ανάλογων εμπειριών ως “κούφια” συμπτώματα που στοιχειοθετούν ένα ψυχιατρικό σύνδρομο (π.χ. σχιζοφρένεια), το κίνημα Hearing Voices προτείνει σεβασμό για το νόημα κάθε βιώματος, μια ολιστική προσέγγιση και αποδοχή. Στην Αγγλία σήμερα υπάρχουν 195 ομάδες αυτοβοήθειας HV. Ομάδες υπάρχουν ακόμη σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, στην Ιαπωνία, στην Παλαιστίνη και στις ΗΠΑ.
Μερικά χρόνια αργότερα, στην Αγγλία, εμπνεόμενο από τις βασικές αρχές του Hearing Voices, ξεκινά το Paranoia Network και επικεντρώνει στις «ασυνήθιστες» πεποιθήσεις οι οποίες συνήθως ταξινομούνται ως «παραληρηματικές ιδέες». Ενάντια στην παθολογικοποίηση κάθε ανθρώπινης εμπειρίας, οι ομάδες αυτές βάζουν μπροστά τη δημιουργικότητα και την ενεργό δράση όσων θέλουν να μιλήσουν ανοιχτά για ό, τι τους ταλαιπωρεί, ή να καταθέσουν την εμπειρία τους σχετικά με τους τρόπους που οι ίδιοι βρήκαν για να αντιμετωπίσουν δύσκολες στιγμές.
Το σεμινάριο λοιπόν στοχεύει στο να δουλέψουμε πάνω σε εμπειρίες οι οποίες αντί να εκλαμβάνονται ως «μέρος ενός προβλήματος» μπορούν να γίνουν «μέρος της λύσης του προβλήματος». Η λογική του να λαμβάνεται υπόψη το περιεχόμενο των φωνών έχει να κάνει όχι μόνο με την υποστήριξη της ανάπτυξης ψυχολογικών παρεμβάσεων αλλά και με την απομάκρυνση από το μοντέλο της ασθένειας και την αντιμετώπιση των φωνών ως ένα τμήμα της ανθρώπινης εμπειρίας
. "
Το δίκτυο αποτελεί έκφραση ενός ευρύτερου κινήματος με ένα σημαντικό στόχο. Να επιτύχει την αλλαγή της στάσης απέναντι στις ακουστικές ψευδαισθήσεις και κατ'επέκταση την ψυχική ασθένεια. Το μήνυμα της αλλαγής δεν απευθύνεται στην ψυχιατρική κοινότητα αλλά στην ευρύτερη κοινωνία. Το κίνημα θεωρεί ότι πρώτα πρέπει να πειστεί η κοινωνία ότι οι ακουστικές εμπειρίες αυτού του είδους δεν εντάσσονται ικανοποιητικά στο μοντέλο της ασθένειας. Άλλωστε σύμφωνα με αυτούς το παραδοσιακό μοντέλο της ψυχικής ασθένειας είναι προβληματικό. Υποστηρίζουν ότι τα προβλήματα, που πηγάζουν από τις φωνές δεν προέρχονται από αυτή καθ'εαυτή την ύπαρξη των φωνών αλλά από τις δυσκολίες των ατόμων να τις διαχειριστούν σε ένα περιβάλλον, όπου όλοι τις θεωρούν σύμπτωμα σοβαρής ασθένειας. Όταν επιτευχθεί η αλλαγή στάσης της ευρύτερης κοινωνίας η ψυχιατρική κοινότητα θα αναγκαστεί να ακολουθήσει.
Παρουσιάστηκαν αφηγήσεις από άτομα τα οποία σήμερα ακούν φωνές, αλλά διατηρούν ένα υψηλότατο επίπεδο λειτουργικότητας. Οι εμπειρίες τους από τις ορθόδοξες ψυχιατρικές παρεμβάσεις υπήρξαν αρνητικές. Κάποιοι από αυτούς θεωρούν την παραδοσιακή ψυχιατρική ισοπεδωτική και κακοποιητική. Περιέγραψαν τις τεχνικές και τους τρόπους με τους οποίους έμαθαν να καθιστούν τις φωνές που ακούν ουδέτερες εμπειρίες, που δεν δυσκολεύουν την καθημερινότητά τους. Κάποιοι από αυτούς αναγνώρισαν ακόμη και θετικά στοιχεία στις φωνές που ακούν, με την έννοια ότι η εμφάνιση των φωνών λειτουργεί προειδοποιητικά, ως ένδειξη αυξημένου στρες στον οργανισμό.
Το κίνημα δίνει μεγάλη σημασία στο περιεχόμενο των ακουστικών ψευδαισθήσεων. Καθώς αποφεύγει να τις θεωρεί ένδειξη ψυχοπαθολογίας δέχεται τις περισσότερες από τις δυνατές ερμηνείες για την προέλευσή τους. Δεν απορρίπτει ακόμη και έκδηλα μεταφυσικές ή πνευματιστικές ερμηνείες διατηρώντας μίαν αυστηρή ουδετερότητα. Αντίστοιχα αν και δεν δηλώνει ρητά ότι υιοθετεί κάποια συγκεκριμένη ψυχολογική ερμηνεία, θεωρεί ότι οι φωνές σχετίζονται με περιστατικά της ζωής του ατόμου, ιδίως τραυματικές εμπειρίες. Η θέση αυτή μοιάζει να δέχεται ψυχαναλυτικές επιρροές. Σε τούτο συνηγορεί το γεγονός ότι το περιεχόμενο των λεγομένων των φωνών αναλύεται, ώστε να έλθουν στην επιφάνεια σημεία που ως τότε διέφευγαν της προσοχής.
Βέβαια υπάρχει μία ευκαμψία σχετικά με τον τρόπο χειρισμού των φωνών που δεν περιορίζεται στην ανάλυσή τους. Οι συμμετέχοντες ενθαρρύνονται να παρουσιάζουν - αν έχουν - κάποια στρατηγική ή προσέγγιση που τους φάνηκε χρήσιμη στη διαχείριση των φωνών. Οι εμψυχωτές (facilitators) δεν διστάζουν να ωθήσουν τους συμμετέχοντες να αλληλεπιδράσουν με τις φωνές, να τις ελέγξουν, να τις οριοθετήσουν ή και να τις διατάξουν να σωπάσουν αν είναι εφικτό.
Κάτι που στην παραδοσιακή ψυχιατρική αντιμετωπίζεται είτε ως ανώφελο, είτε ως δυνητικά επικίνδυνο, εδώ λαμβάνει μία κεντρική θέση και καθίσταται βασικό σημείο για την ανάρρωση. Η προσέγγιση αυτή είναι σχετικά νέα στη χώρα μας. Η ενασχόληση με το περιεχόμενο του λόγου των φωνών έχει υποστηριχθεί ότι μπορεί να παρασύρει τον θεραπευτή στον ψυχωτικό κόσμο του ασθενους σε μία αδιέξοδη διαπραγμάτευση. Συνήθως οι επαγγελματίες ψυχικής υγείας δεν ενθαρρύνονται να ασχολούνται με τις φωνές. Αναμένουν την εξάλειψή τους μέσα από τη χρήση ψυχοφαρμάκων. Η προσέγγιση του κινήματος περισσότερο από κάθε τι άλλο υπογραμμίζει την ανάγκη για σεβασμό στην εμπειρία του ατόμου. Πρόκειται για μία έκφραση ολιστικής και βιοψυχοκοινωνικής προσέγγισης.
Τα μέλη του δικτύου που παρουσίασαν τις δράσεις και τις μεθόδους τους πέρα από τους γενικούς στόχος της γνωριμίας του κοινού με το κίνημα θέλησαν να δημιουργήσουν τις πρώτες δικτυώσεις για τη δραστηριοποίηση του δικτύου στην Ελλάδα από Έλληνες. Οργανωμένα δίκτυα "Hearing Voices" υπάρχουν σε περισσότερες από 30 χωρες στον κόσμο, αλλά όχι στην Ελλάδα. Καθώς πρόκειται για μία ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα εξέλιξη στο χώρο της ψυχικής υγείας κάθε σχετική εξέλιξη με το θέμα θα παρουσιάζεται στο παρόν ιστολόγιο.

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2010

Σε αίθουσα του Πανεπιστημίου Αθηνών πραγματοποιήθηκε η πρώτη Ημερίδα Οργανωτικής Ψυχολογίας της Ελληνικής Ψυχολογικής Εταιρείας





Τίτλος της ημερίδας ήταν "Σύγχρονες Ερευνητικές Προσεγγίσεις στην Εργασιακή και Οργανωσιακή Ψυχολογία". Παρουσιάστηκαν πρωτότυπες έρευνες από Έλληνες ερευνητές του χώρου καθώς και οι κυρίαρχες τάσεις της διεθνούς έρευνας στην παρούσα χρονική στιγμή. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασαν οι ακόλουθες εισηγήσεις, των οποίων τα κεντρικά σημεία παρουσιάζονται παρακάτω:




Η Λέκτορας του Πανεπιστημίου Αιγαίου κα Μαρία Σίμωση παρουσίασε εισήγηση με τίτλο : "Μορφές οργανωσιακής υποστήριξης: Ο ρόλος τους στη δημιουργία οργανωσιακής δέσμευσης". Μέσα από την εισήγηση της κυρίας Σίμωση αναδείχθηκε ο ρόλος της υποστήριξης από την πλευρά μίας οργάνωσης προς τον εργαζόμενο. Η υποστήριξη αυτή αντιπαρατέθηκε προς την υποστήριξη που λαμβάνει ένας εργαζόμενος από τον προϊστάμενο, καθώς και από τους συναδέλφους του. Τα ερευνητικά ευρήματα της κυρίας Σίμωση κατέδειξαν ότι οι διαφορετικές μορφές υποστήριξης οδηγούν σε διαφορετικές ποιότητες δέσμευσης του εργαζομένου προς την οργάνωση στην οποία εργάζεται.


Η Δρ. Διοδώρα Δημητρίου παρουσίασε εισήγηση με τίτλο : "Θετική οργανωτική κουλτούρα: Η έννοια και η μέτρησή της". Η Δρ Δημητρίου επιχείρησε με την έρευνά της να οριοθετήσει και να μετρήσει τα χαρακτηριστικά της θετικής οργανωτικής κουλτούρας. Για το λόγο αυτό κατασκεύασε και χορήγησε ερωτηματολόγιο σε δείγμα εργαζομένων, του οποίου τα αποτελέσματα επεξεργάστηκε στατιστικά. Τα ευρήματά της κατέδειξαν ότι η θετική οργανωτική κουλτούρα διαθέτει δύο βασικές διαστάσεις. Την ύπαρξη Νοήματος στα πλαίσια μίας εργασίας και την Ψυχολογική Παρουσία εντός των ιδίων πλαισίων. Η πρώτη διάσταση περιλαμβάνει ένα σύνολο από παράγοντες όπως τη φιλοσοφία, τις αρχές και την ταυτότητα μίας οργάνωσης. Κάθε εργαζόμενος με την πρόσληψή του αντιπαραβάλλει αυτά τα στοιχεία με τη δική του ψυχολογική πραγματικότητα. Σε περίπτωση που συμπίπτουν βιώνει την οργανωτική κουλτούρα ως θετική. Η διάσταση της ψυχολογική παρουσίας περιλαμβάνει μία σειρά από παράγοντες, όπως την ενδυνάμωση που η οργάνωση του παρέχει, η επικοινωνία η ελευθερία έκφρασης.


Η Επιστημονική Συνεργάτης του προγράμματος μεταπτυχιακών σπουδών "Βασική και Εφαρμοσμένη Γνωσιακή Επιστήμη" κα Αθηνά Ξενικού παρουσίασε εισήγηση με τίτλο : "Οργανωσιακές αξίες και πρακτικές στην πρόβλεψη της οργανωσιακής ταύτισης και της εργασιακής ικανοποίησης". Η κα Ξενικού στην έρευνά της μελέτησε τη σχέση του αισθήματος του ανήκειν σε μία οργάνωση με τις αξίες και πρακτικές, που υιοθετεί η οργάνωση αυτή. Κεντρική θέση της έρευνας υπήρξε η ανάδειξη της διαμεσολάβησης της εργασιακής ικανοποίησης από τις αξίες και πρακτικές της οργάνωσης ως παράγοντας που εγκαθιδρύει ένα σταθερό και αυθεντικό αίσθημα του ανήκειν στην οργάνωση.

Ο Επίκουρος Καθηγητής Οργανωσιακής Συμπεριφοράς του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κος Ιωάννης Νικολάου παρουσίασε εισήγηση με τίτλο : "Θετικές οργανωσιακές συμπεριφορές και ο ρόλος των ατομικών διαφορών : Μία διερευνητική μελέτη στην Ελλάδα". Ο κος Νικολάου με τα προκαταρκτικά ευρήματα της έρευνας που παρουσίασε επιβεβαίωσε τη σημασία του τύπου προσωπικότητας, ως παράγοντα πρόβλεψης θετικών οργανωσιακών συμπεριφορών. Χρησιμοποίησε στην έρευνά του την τυπολογία προσωπικότητας των πέντε παραγόντων (Big 5) και ανέδειξε συσχέτιση ανάμεσα στους παράγοντες της ευσυνειδησίας και της ψυχολογικής σταθερότητας με θετικές οργανωσιακές συμπεριφορές, όπως την δέσμευση στην εργασία, την εργασιακή ανάπτυξη και άνθιση, την ανθεκτικότητα και την εργασιακή ικανοποίηση.

Τέλος ο Λέκτορας Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών κος Αλέξανδρος Αντωνίου παρουσίασε εισήγηση με τίτλο: "Ερευνητικά δεδομένα σε θέματα εργασιακής υγείας και ευημερίας του ιατρικού, νοσηλευτικού και διοικητικού προσωπικού των νοσοκομείων στην Ελλάδα". Ο κος Αντωνίου συνέκρινε έρευνες που αφορούν την ελληνική πραγματικότητα με αντίστοιχες του εξωτερικού. Άξονας των ερευνών υπήρξε ο ρόλος του εργασιακού άγχους σε γιατρούς και άλλους επαγγελματίες του χώρου της υγείας. Παρουσιάστηκαν οι επιπτώσεις του άγχους στους επαγγελματίες καθώς και οι μηχανισμοί copping που συνήθως αναπτύσσουν για να ανταπεξέλθουν σε αυτό. Αν και παρουσιάστηκαν λεπτομερώς πολλές επιπτώσεις του εργασιακού άγχους ξεχώρισαν οι επιπτώσεις εκείνες που καταδεικνύουν ότι το παρατεταμένο εργασιακό άγχος οδηγεί προοδευτικά σε μειωμένη απόδοση του ιατρικού προσωπικού κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Παρουσιάζεται απώλεια ενδιαφέροντος για την εργασία, μετατόπιση ευθυνών και αντιδεοντολογικές πρακτικές.

Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Duke εντοπίζει ενδείξεις στην παιδική ηλικία για μελλοντική εκδήλωση σχιζοφρένειας


Μία σειρά από προβλήματα σε νοητικές λειτουργίες, όπως η μνήμη εργασίας, η προσοχή και η ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών παρουσιάζονται νωρίς σε άτομα που αργότερα θα εκδηλώσουν σχιζοφρένεια.

Αυτό προέκυψε από έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Duke και συμμετείχαν 1.000 Νεοζηλανδοί οι οποίοι γεννήθηκαν τα έτη 1972 και 1973. Μελετήθηκαν από τα παιδικά τους χρόνια μέχρι την εποχή της δημοσίευσης της έρευνας. Συγκεκριμένα οι γνωστικές τους δεξιότητες μετρήθηκαν στις ηλικίες των 3, 5, 7, 9, 11 και 13. Τώρα πια οι συμμετέχοντες στην έρευνα διανύουν την τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Σε αυτή την ηλικία η ασθένεια έχει πλέον εκδηλωθεί στους περισσότερους από αυτούς που επρόκειτο να νοσήσουν. Οι ερευνητές έχοντας στη διάθεσή τους τις προηγούμενες μετρήσεις για εκείνους που σήμερα νοσούν, μπόρεσαν να εξαγάγουν κάποια πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Το θετικό με αυτή τη διαχρονική έρευνα συνίσταται στο ότι συγκέντρωσε μετρήσεις για άτομα που αργότερα θα νοσούσαν σε ανύποπτο χρόνο. Τα άτομα αυτά αποτελούσαν μέρος του δείγματος ανάμεσα στα 1.000 άτομα χωρίς τότε κανείς να γνωρίζει ότι θα εκδήλωναν σχιζοφρένεια. Τώρα που έχουν νοσήσει οι ερευνητές μπορούν να επιστρέψουν στις μετρήσεις της παιδικής ηλικίας και να αναζητήσουν τυχόν αναπτυξιακές διαφοροποιήσεις με τα υπόλοιπα μέλη του δείγματος. Κάνοντας ακριβώς αυτό εντόπισαν κάποια ευδιάκριτα χαρακτηριστικά.
Τα παιδιά που αργότερα νόσησαν παρουσίασαν φτωχότερες επιδόσεις από την αρχή των μετρήσεων. Οι γλωσσικές τους δεξιότητες φαίνονται από την αρχή λιγότερο ανεπτυγμένες. Η μνήμη τους και μάλιστα η μνήμη εργασίας (μνήμη που αφορά τη συγκράτηση πρόσφατων πληροφοριών) αποδίδει λιγότερο, ενώ η επεξεργασία γλωσσικών πληροφοριών παρουσιάζεται ελλειμματική.
Είναι από καιρό γνωστό ότι τα άτομα με σχιζοφρένεια υπολείπονται 8 μονάδων κατά μέσο όρο από το γενικό πληθυσμό ως προς το δείκτη νοημοσύνης. Όμως η έρευνα του πανεπιστημίου του Duke παρείχε πιο εκλεπτυσμένες μετρήσεις πάνω σε ειδικές γνωστικές λειτουργίες κατά την πορεία της ανάπτυξης. Έδειξε ότι από την αρχή της αναπτυξιακής πορείας, τα άτομα που αργότερα εκδηλώνουν σχιζοφρένεια, παρουσιάζουν μικρές αλλά μετρήσιμες αναπτυξιακές δυσκολίες ως προς βασικές γνωστικές λειτουργίες. Η έρευνα θα παρουσιαστεί στο τεύχος Φεβρουαρίου της επιστημονικής επιθεώρησης American Journal of Psychiatry. Όπως δήλωσε ένας από τους βασικούς ερευνητές, ο καθηγητής Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο Duke Avshalom Caspi , δεν γνωρίζουμε ακόμη με ακρίβεια πώς και γιατί εκδηλώνεται αργότερα η σχιζοφρένεια, άλλα η έρευνα παρέχει πολύτιμα στοιχεία για την πορεία προς την εκδήλωση της νόσου.
Αναφορικά με τις πρακτικές εφαρμογές τις έρευνας χρειάζεται να δοθεί μεγάλη προσοχή. Τα παιδιά, που παρουσίασαν φτωχές επιδόσεις στις διαχρονικές μετρήσεις, υπήρξαν πολύ περισσότερα από εκείνα που εκδήλωσαν τελικά σχιζοφρένεια. Η αναλογία υπήρξε περίπου 20 προς 1. Επομένως σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο εντοπισμός των συγκεκριμένων γνωστικών δυσκολιών αποτελεί ασφαλή μέθοδο για την πρώιμη διάγνωση της σχιζοφρένειας. Με το ίδιο σκεπτικό οποιαδήποτε σκέψη για προληπτική χορήγηση ψυχοφαρμάκων σε όλα τα παιδιά με τις συγκεκριμένες γνωστικές δυσκολίες , ώστε να προληφθεί η εκδήλωση της νόσου σε μεταγενέστερο στάδιο, θα ήταν επίφοβη ενέργεια. Για να προστατευθεί ένα παιδί θα υπήρχε ο κίνδυνος για ενδεχόμενες παρενέργειες σε άλλα 19 παιδιά χωρίς λόγο. Όμως πρώιμες παρεμβάσεις γνωσιακού τύπου θα ήσαν ευεργετικές για όλους χωρίς τους κινδύνους της φαρμακοθεραπείας.