Πέμπτη 2 Δεκεμβρίου 2010

Η «Μεταγνωστική Ψυχοθεραπεία» αναδεικνύεται πιο αποτελεσματική για ασθενείς με σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας

Ερευνητές από το νοσοκομείο Όρος Σινά ανακάλυψαν ότι η Μεταγνωστική Ψυχοθεραπεία, μία προσέγγιση στην οποία εφαρμόζονται οι αρχές της γνωστικής συμπεριφορικής θεραπείας στην μάθηση δεξιοτήτων, βοηθά στη βελτίωση των συμπτωμάτων της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, περισσότερο από την απλή συμμετοχή σε ομάδες υποστήριξης.
Η Mary Solanto αναπληρώτρια καθηγήτρια στο τμήμα ψυχιατρικής και διευθύντρια του Κέντρου Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής του νοσοκομείου Σινά εξέτασε την αποτελεσματικότητα μίας θεραπευτικής ομάδας δώδεκα εβδομάδων μεταγνωστικής κατεύθυνσης. Η παρέμβαση στόχο είχε να βελτιώσει τη διαχείριση χρόνου, την οργανωτικότητα και τις δεξιότητες σχεδιασμού σε ενήλικες με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής.
Μελετήθηκαν ενήλικες με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, οι οποίοι εντάχθηκαν τυχαία σε δύο ερευνητικές ομάδες. Στη μία εφαρμόστηκε μεταγνωστική θεραπεία και στην άλλη υποστηρικτική θεραπεία. Αυτή είναι η πρώτη φορά που καταδείχθηκε αποτελεσματικότητα μίας μη φαρμακολογικής θεραπείας για το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής ενηλίκων σε έρευνα που αντιπαρέβαλε μία θεραπευτική προσέγγιση με ομάδα ελέγχου. Η ομάδα ελέγχου λάμβανε θεραπευτικό χρόνο, προσοχή και υποστήριξη ίδιας κλίμακας.

Στην έρευνα μελετήθηκαν 88 υποκείμενα, στα οποία είχε διαγνωσθεί με αυστηρά κλινικά κριτήρια σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής. Οι συμμετέχοντες επιλέχθηκαν μέσα από δομημένες διαγνωστικές συνεντεύξεις και τυποποιημένα ερωτηματολόγια. Αξιολογήθηκαν από έναν ανεξάρτητο κλινικό επιστήμονα μέσω μίας τυποποιημένης συνέντευξης για τα κύρια συμπτώματα ελλειμματικής προσοχής. Υπήρξε επικέντρωση σε μία υποκατηγορία συμπτωμάτων, που σχετίζονται με αδυναμίες στη διαχείριση του χρόνου και στις ικανότητες οργάνωσης. Μετά από 12 εβδομάδες τα άτομα της ομάδας, που δέχθηκε μεταγνωστική θεραπεία εμφανίστηκαν σημαντικά πιο βελτιωμένα από εκείνα που συμμετείχαν στην ομάδα ελέγχου, όπου δηλαδή είχαν δεχθεί μόνο υποστηρικτική θεραπεία.
Η μεταγνωστική θεραπεία αποτελεί μία σύγχρονη ψυχοθεραπευτική τεχνική που αναπτύχθηκε από τους ψυχολόγους Wells and Mathews τη δεκαετία του 1990. Αρχικά εφαρμόστηκε στη διαταραχή γενικευμένου άγχους αλλά σταδιακά εξελίχθηκε σε μία γενική θεραπευτική πρακτική.
Μιλώντας για μεταγνωστικές λειτουργίες αναφερόμαστε στις όψεις εκείνες των γνωστικών διεργασιών, που αναφέρονται στην ικανότητα του ανθρώπινου νου να αναστοχάζεται πάνω στην ίδια του τη γνώση. Παραδείγματα αυθόρμητων και καθημερινών μεταγνωστικών διεργασιών έχουμε, όταν αδυνατούμε να ανακαλέσουμε κάτι στη μνήμη μας, παρόλο που είμαστε βέβαιοι ότι αυτό υπάρχει αποθηκευμένο. Οι μεταγνωστικές διεργασίες λαμβάνουν χώρα και μετά την εγκατάλειψη της προσπάθειας να ανακαλέσουμε το στοιχείο στη μνήμη μας, με αποτέλεσμα το όχι σπάνιο φαινόμενο αυτό να αναδυθεί αυθόρμητα, ώρες ή μέρες μετά από τη συνειδητή μας προσπάθεια.
Όπως σε όλες τις θεραπευτικές προσεγγίσεις γνωστικού προσανατολισμού αναγνωρίζεται και εδώ ότι ψυχοπαθολογικές καταστάσεις όπως το άγχος και η κατάθλιψη οδηγούν σε δυσλειτουργικούς τρόπους σκέψης. Υπάρχει ένα διακριτό μοτίβο σκέψης που περιλαμβάνει ανησυχία, αυτομομφή, υπερβολική επικέντρωση στις απειλές της ζωής. Οι συμπεριφορές, που υιοθετεί το άτομο για να κατευνάσει τα παραπάνω τις περισσότερες φορές αδυνατούν να λύσουν το πρόβλημα και αντίθετα το διαιωνίζουν.
Μέσα από τη χρήση μεταγνωστικών τεχνικών, γίνεται προσπάθεια να αναδιοργανωθούν αυτά τα πρότυπα σκέψης προς πιο λειτουργικούς τρόπους οργάνωσης. Την θεραπευτική προσέγγιση στηρίζουν ερευνητικά ευρήματα για ψυχοπαθολογικές καταστάσεις όπως η διαταραχή γενικευμένου άγχους, το σύνδρομο μετατραυματικού στρες, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, η κοινωνική φοβία και η τη σχετιζόμενη με την υγεία διαταραχή άγχους.