Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2010

Ερευνητική ομάδα του Πανεπιστημίου Duke εντοπίζει ενδείξεις στην παιδική ηλικία για μελλοντική εκδήλωση σχιζοφρένειας


Μία σειρά από προβλήματα σε νοητικές λειτουργίες, όπως η μνήμη εργασίας, η προσοχή και η ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών παρουσιάζονται νωρίς σε άτομα που αργότερα θα εκδηλώσουν σχιζοφρένεια.

Αυτό προέκυψε από έρευνα, που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο του Duke και συμμετείχαν 1.000 Νεοζηλανδοί οι οποίοι γεννήθηκαν τα έτη 1972 και 1973. Μελετήθηκαν από τα παιδικά τους χρόνια μέχρι την εποχή της δημοσίευσης της έρευνας. Συγκεκριμένα οι γνωστικές τους δεξιότητες μετρήθηκαν στις ηλικίες των 3, 5, 7, 9, 11 και 13. Τώρα πια οι συμμετέχοντες στην έρευνα διανύουν την τρίτη δεκαετία της ζωής τους. Σε αυτή την ηλικία η ασθένεια έχει πλέον εκδηλωθεί στους περισσότερους από αυτούς που επρόκειτο να νοσήσουν. Οι ερευνητές έχοντας στη διάθεσή τους τις προηγούμενες μετρήσεις για εκείνους που σήμερα νοσούν, μπόρεσαν να εξαγάγουν κάποια πολύ χρήσιμα συμπεράσματα. Το θετικό με αυτή τη διαχρονική έρευνα συνίσταται στο ότι συγκέντρωσε μετρήσεις για άτομα που αργότερα θα νοσούσαν σε ανύποπτο χρόνο. Τα άτομα αυτά αποτελούσαν μέρος του δείγματος ανάμεσα στα 1.000 άτομα χωρίς τότε κανείς να γνωρίζει ότι θα εκδήλωναν σχιζοφρένεια. Τώρα που έχουν νοσήσει οι ερευνητές μπορούν να επιστρέψουν στις μετρήσεις της παιδικής ηλικίας και να αναζητήσουν τυχόν αναπτυξιακές διαφοροποιήσεις με τα υπόλοιπα μέλη του δείγματος. Κάνοντας ακριβώς αυτό εντόπισαν κάποια ευδιάκριτα χαρακτηριστικά.
Τα παιδιά που αργότερα νόσησαν παρουσίασαν φτωχότερες επιδόσεις από την αρχή των μετρήσεων. Οι γλωσσικές τους δεξιότητες φαίνονται από την αρχή λιγότερο ανεπτυγμένες. Η μνήμη τους και μάλιστα η μνήμη εργασίας (μνήμη που αφορά τη συγκράτηση πρόσφατων πληροφοριών) αποδίδει λιγότερο, ενώ η επεξεργασία γλωσσικών πληροφοριών παρουσιάζεται ελλειμματική.
Είναι από καιρό γνωστό ότι τα άτομα με σχιζοφρένεια υπολείπονται 8 μονάδων κατά μέσο όρο από το γενικό πληθυσμό ως προς το δείκτη νοημοσύνης. Όμως η έρευνα του πανεπιστημίου του Duke παρείχε πιο εκλεπτυσμένες μετρήσεις πάνω σε ειδικές γνωστικές λειτουργίες κατά την πορεία της ανάπτυξης. Έδειξε ότι από την αρχή της αναπτυξιακής πορείας, τα άτομα που αργότερα εκδηλώνουν σχιζοφρένεια, παρουσιάζουν μικρές αλλά μετρήσιμες αναπτυξιακές δυσκολίες ως προς βασικές γνωστικές λειτουργίες. Η έρευνα θα παρουσιαστεί στο τεύχος Φεβρουαρίου της επιστημονικής επιθεώρησης American Journal of Psychiatry. Όπως δήλωσε ένας από τους βασικούς ερευνητές, ο καθηγητής Ψυχολογίας και Νευροεπιστημών στο Πανεπιστήμιο Duke Avshalom Caspi , δεν γνωρίζουμε ακόμη με ακρίβεια πώς και γιατί εκδηλώνεται αργότερα η σχιζοφρένεια, άλλα η έρευνα παρέχει πολύτιμα στοιχεία για την πορεία προς την εκδήλωση της νόσου.
Αναφορικά με τις πρακτικές εφαρμογές τις έρευνας χρειάζεται να δοθεί μεγάλη προσοχή. Τα παιδιά, που παρουσίασαν φτωχές επιδόσεις στις διαχρονικές μετρήσεις, υπήρξαν πολύ περισσότερα από εκείνα που εκδήλωσαν τελικά σχιζοφρένεια. Η αναλογία υπήρξε περίπου 20 προς 1. Επομένως σε καμία περίπτωση δε θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο εντοπισμός των συγκεκριμένων γνωστικών δυσκολιών αποτελεί ασφαλή μέθοδο για την πρώιμη διάγνωση της σχιζοφρένειας. Με το ίδιο σκεπτικό οποιαδήποτε σκέψη για προληπτική χορήγηση ψυχοφαρμάκων σε όλα τα παιδιά με τις συγκεκριμένες γνωστικές δυσκολίες , ώστε να προληφθεί η εκδήλωση της νόσου σε μεταγενέστερο στάδιο, θα ήταν επίφοβη ενέργεια. Για να προστατευθεί ένα παιδί θα υπήρχε ο κίνδυνος για ενδεχόμενες παρενέργειες σε άλλα 19 παιδιά χωρίς λόγο. Όμως πρώιμες παρεμβάσεις γνωσιακού τύπου θα ήσαν ευεργετικές για όλους χωρίς τους κινδύνους της φαρμακοθεραπείας.