Η παρουσίαση της δράσης ενός δικτύου για την προαγωγή της ριζοσπαστικής ψυχολογίας στοχεύει στην εξοικείωση με ένα πεδίο της ψυχολογίας, το οποίο μπορεί να προσφέρει σημαντικότατες υπηρεσίες στην προαγωγή της ψυχικής υγείας. Είναι γεγονός ότι η συνεχιζόμενη απίσχναση του κράτους προνοίας, κάτω από την επίδραση ενός άκρατου ατομικιστικού οικονομικού φιλελευθερισμού, αποδυναμώνει και περιθωριοποιεί τέτοιες προσεγγίσεις. Για αυτό ακριβώς το λόγο χρειάζεται τα πορίσματά τους να παρουσιάζονται και να διαχέονται στην ευρύτερη κοινωνία σε κάθε ευκαιρία. Ακόμη και αν αυτά τα πορίσματα μερικές φορές αποτελούν σημείο αντιπαράθεσης και σύγκρουσης.
Αποτελεί ευδιάκριτο κοινωνικό φαινόμενο σε περιόδους υποχώρησης του κοινωνικού κράτους να υιοθετούνται επιστημονικές εξηγήσεις που επικεντρώνονται περισσότερο στο ατομικό επίπεδο ανάλυσης, είτε αυτό είναι βιολογικό είτε ψυχολογικό-ιδιοσυγκρασιακό. Σε τέτοιες περιόδους οι κοινωνικές ερμηνείες υποχωρούν. Η ριζοσπαστική ψυχολογία αναγνωρίζει την ιδιοτυπία των κοινωνικών επιστημών, η οποία περιορίζει αναγκαστικά τη δυνατότητα άσκησης αντικειμενικής επιστήμης κατά το πρότυπο των φυσικών επιστημών. Επιδιώκει την βελτίωση των κοινωνικών συνθηκών και αναζητά να φέρει στο φως ιδεολογικούς μηχανισμούς και κοινωνικές δυνάμεις που κρύβονται πίσω από την πρόφαση της αντικειμενικής κοινωνικής επιστήμης. Τόσο η παραδοσιακή ψυχολογία όσο και η ψυχιατρική αναλύονται μέσα από την ριζοσπαστική οπτική με τρόπο που να αναδεικνύει ακριβώς μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου που υποκρύπτονται. Με αυτό τον τρόπο προάγει την βελτίωση της ψυχικής υγείας συνολικά, καθώς η εναλλακτική της οπτική φωτίζει ένα σύστημα το οποίο δεν είναι ουδέτερο αλλά χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη δυνάμεων με διακριτούς στόχους. Η επικράτηση κάποιας από αυτές τις δυνάμεις επηρεάζει και τη μορφή που παίρνει η φροντίδα για την ψυχική υγεία μέσα στην κοινωνία .
Το δίκτυο ριζοσπαστικής ψυχολογίας ιδρύθηκε στον Καναδά το 1993. Στόχο έχει να τροποποιήσει την εστίαση της επιστήμης της ψυχολογίας. Η κοινωνική αλλαγή σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση αποτελεί σημαντικότερη αναζήτηση από τις μικρές προσωπικές αλλαγές που συνήθως επιδιώκει η ψυχολογία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι απαραίτητο να αναγνωρίσει και η ψυχολογία το μερίδιο της ευθύνης της στα φαινόμενα καταπίεσης του ατόμου μέσα από επιστημονικοφανείς μεθόδους. Υπάρχει η τάση η κατηγορία αυτή να αποδίδεται κυρίως στην επιστήμη της ψυχιατρικής. Όμως και η ψυχολογία φέρει μερίδιο της ευθύνης. Η ευθύνη αυτή εντοπίζεται κυρίως στην επικράτηση εντός των κόλπων της επαγγελματικής ψυχολογίας μίας άκριτα ατομοκεντρικής προσέγγισης. Σε ακαδημαϊκό επίπεδο βέβαια υπάρχουν κλάδοι της ψυχολογίας με ανεπτυγμένη την εξέταση των κοινωνικών παραγόντων, όπως είναι η κοινωνική ψυχολογία. Όμως στο επίπεδο της εφαρμοσμένης επιστήμης και της κλινικής πρακτικής επικρατεί μία θέαση του ανθρώπου που υποβαθμίζει το ρόλο των κοινωνικών μεταβλητών στην εκδήλωση φυσιολογικών και παθολογικών συμπεριφορών. Η τάση αυτή, όπως προαναφέρθηκε, ταιριάζει με την έκφραση των ευρύτερων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών στην τρέχουσα ιστορική συγκυρία. Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων μορφών οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης ευνοεί την αναπαράσταση του ανθρώπου ως φορέα δράσης, που λειτουργεί με δική του ευθύνη, σχεδόν ως ανεξάρτητη μονάδα. Οι επιτυχίες του αλλά και οι αποτυχίες του εμφανίζονται αποκομμένες από τις κοινωνικές συνθήκες του περιβάλλοντός του. Αποθεώνεται η ατομική ελευθερία και υπευθυνότητα. Όταν προκύπτει η δυσλειτουργική συμπεριφορά τα αίτια δεν αναζητούνται στις κοινωνικές συνθήκες αλλά σε παράγοντες ιδιοσυγκρασίας και βιοχημικής εγκεφαλικής ανισορροπίας. Η εκτεταμένη αναζήτηση γονιδιακών εξηγήσεων για κάθε μορφή συμπεριφοράς «φυσιολογικής ή μη, από τη χαρτοπαιξία ως την έκφραση θρησκευτικού συναισθήματος αποτελεί την σχεδόν κωμική αλλά υπαρκτή διάσταση της παραπάνω τάσης.
Το δίκτυο ριζοσπαστικής ψυχολογίας ιδρύθηκε στον Καναδά το 1993. Στόχο έχει να τροποποιήσει την εστίαση της επιστήμης της ψυχολογίας. Η κοινωνική αλλαγή σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση αποτελεί σημαντικότερη αναζήτηση από τις μικρές προσωπικές αλλαγές που συνήθως επιδιώκει η ψυχολογία. Για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι απαραίτητο να αναγνωρίσει και η ψυχολογία το μερίδιο της ευθύνης της στα φαινόμενα καταπίεσης του ατόμου μέσα από επιστημονικοφανείς μεθόδους. Υπάρχει η τάση η κατηγορία αυτή να αποδίδεται κυρίως στην επιστήμη της ψυχιατρικής. Όμως και η ψυχολογία φέρει μερίδιο της ευθύνης. Η ευθύνη αυτή εντοπίζεται κυρίως στην επικράτηση εντός των κόλπων της επαγγελματικής ψυχολογίας μίας άκριτα ατομοκεντρικής προσέγγισης. Σε ακαδημαϊκό επίπεδο βέβαια υπάρχουν κλάδοι της ψυχολογίας με ανεπτυγμένη την εξέταση των κοινωνικών παραγόντων, όπως είναι η κοινωνική ψυχολογία. Όμως στο επίπεδο της εφαρμοσμένης επιστήμης και της κλινικής πρακτικής επικρατεί μία θέαση του ανθρώπου που υποβαθμίζει το ρόλο των κοινωνικών μεταβλητών στην εκδήλωση φυσιολογικών και παθολογικών συμπεριφορών. Η τάση αυτή, όπως προαναφέρθηκε, ταιριάζει με την έκφραση των ευρύτερων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών στην τρέχουσα ιστορική συγκυρία. Η επικράτηση των νεοφιλελεύθερων μορφών οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης ευνοεί την αναπαράσταση του ανθρώπου ως φορέα δράσης, που λειτουργεί με δική του ευθύνη, σχεδόν ως ανεξάρτητη μονάδα. Οι επιτυχίες του αλλά και οι αποτυχίες του εμφανίζονται αποκομμένες από τις κοινωνικές συνθήκες του περιβάλλοντός του. Αποθεώνεται η ατομική ελευθερία και υπευθυνότητα. Όταν προκύπτει η δυσλειτουργική συμπεριφορά τα αίτια δεν αναζητούνται στις κοινωνικές συνθήκες αλλά σε παράγοντες ιδιοσυγκρασίας και βιοχημικής εγκεφαλικής ανισορροπίας. Η εκτεταμένη αναζήτηση γονιδιακών εξηγήσεων για κάθε μορφή συμπεριφοράς «φυσιολογικής ή μη, από τη χαρτοπαιξία ως την έκφραση θρησκευτικού συναισθήματος αποτελεί την σχεδόν κωμική αλλά υπαρκτή διάσταση της παραπάνω τάσης.
Για να παρουσιαστούν οι θέσεις του δικτύου ριζοσπαστικής ψυχολογίας θα ήταν χρήσιμη η παρουσίαση ενός αντιπροσωπευτικού άρθρου από το περιοδικό ριζοσπαστική ψυχολογία (radical psychology) που εκδίδει το δίκτυο. Η Christina Martens στο τρέχον τεύχος του περιοδικού αναλύει διαχρονικά τα όρια μεταξύ φυσιολογικού και παθολογικού χρησιμοποιώντας τα παραδείγματα της διπολικής διαταραχής, η οποία παλαιότερα ήταν γνωστή ως μανιοκατάθλιψη και της οριακής διαταραχής προσωπικότητας. Στο άρθρο η Martens εμφανίζεται επιφυλακτική στη χρήση του όρου διαταραχή, καθώς θεωρεί ότι πρόκειται για ένα αμφιλεγόμενο όρο, όταν σχετίζεται με συμπεριφορές. Η ανάλυσή της εμπλέκει την έννοια της ασθένειας με την έννοια της συμμετοχής στην ιδιότητα του πολίτη.
Φράση κλειδί για την ανάλυσή της αποτελεί η μετατόπιση από την έννοια του κακού στην έννοια του τρέλου (from bad to mad) και κατόπιν στην έννοια του ανήμπορου, μετατόπιση που σηματοδοτεί την κυριαρχία της ψυχιατρικής ως θεσμού αρμόδιου για τη διάκριση παθολογικής ή μη συμπεριφοράς. Τελικά αυτό που διακυβεύεται είναι η δυνατότητα κάποιου να μετέχει στην ιδιότητα του πολίτη. Ό,τι πριν προσλαμβανόταν ως κακό, ανήθικο και εγκληματικό στη συμπεριφορά των ατόμων με ψυχικά προβλήματα, στη συνέχεια κατηγοριοποιήθηκε ως σύμπτωμα ασθένειας, το οποίο νομοτελειακά επιφέρει την αναπηρία, ή τουλάχιστον την αδυναμία. Η αναπηρία στερεί από το φορέα της τη δυνατότητα να δρα ως πολίτης. Η ανάλυση της Martens αναδεικνύει μία ιδιαίτερη διάσταση της ιδιότητας του πολίτη. Πρόκειται για την ιδιαίτερη σημασία της ανεξάρτητης οικονομικής και ειδικότερα καταναλωτικής δράσης. Τα δύο φαινόμενα συμπίπτουν χρονικά. Την ίδια περίοδο που αποκρυσταλλώνεται από την ψυχιατρική μία κατηγοριοποίηση παθολογικών και φυσιολογικών συμπεριφορών ταυτόχρονα διαμορφώνεται το πρότυπο του πολίτη-καταναλωτή, ο οποίος εξαντλεί την ελευθερία που πηγάζει από αυτή την ιδιότητα στην άσκηση μία υπεύθυνης καταναλωτικής συμπεριφοράς. Ο πολίτης-καταναλωτής οφείλει να διαχειρίζεται με υπευθυνότητα τις οικονομικές του συμπεριφορές. Παρουσιάζεται ως ένα ενεργητικό και ανεξάρτητο οικονομικό υποκείμενο που με τις συμπεριφορές του προάγει την παραγωγικότητα και τονώνει την κατανάλωση. Συμπεριφορές που αποκλίνουν από το παραπάνω πρότυπο οδηγούν στη μερική ή ολική απώλεια της ιδιότητας του πολίτη. Η απώλεια της ψυχικής υγείας οδηγεί πρακτικά στο να χάνει κάποιος τα δικαιώματα εκείνα που χαρακτηρίζουν το ρόλο του ως ενεργού πολίτη. Ειδικά οι ψυχοπαθολογικές κατηγορίες της οριακής διαταραχής προσωπικότητας και της διπολικής διαταραχής μπορούν να αναλυθούν ιδιαίτερα γόνιμα μέσα από αυτό το πρίσμα.
Φράση κλειδί για την ανάλυσή της αποτελεί η μετατόπιση από την έννοια του κακού στην έννοια του τρέλου (from bad to mad) και κατόπιν στην έννοια του ανήμπορου, μετατόπιση που σηματοδοτεί την κυριαρχία της ψυχιατρικής ως θεσμού αρμόδιου για τη διάκριση παθολογικής ή μη συμπεριφοράς. Τελικά αυτό που διακυβεύεται είναι η δυνατότητα κάποιου να μετέχει στην ιδιότητα του πολίτη. Ό,τι πριν προσλαμβανόταν ως κακό, ανήθικο και εγκληματικό στη συμπεριφορά των ατόμων με ψυχικά προβλήματα, στη συνέχεια κατηγοριοποιήθηκε ως σύμπτωμα ασθένειας, το οποίο νομοτελειακά επιφέρει την αναπηρία, ή τουλάχιστον την αδυναμία. Η αναπηρία στερεί από το φορέα της τη δυνατότητα να δρα ως πολίτης. Η ανάλυση της Martens αναδεικνύει μία ιδιαίτερη διάσταση της ιδιότητας του πολίτη. Πρόκειται για την ιδιαίτερη σημασία της ανεξάρτητης οικονομικής και ειδικότερα καταναλωτικής δράσης. Τα δύο φαινόμενα συμπίπτουν χρονικά. Την ίδια περίοδο που αποκρυσταλλώνεται από την ψυχιατρική μία κατηγοριοποίηση παθολογικών και φυσιολογικών συμπεριφορών ταυτόχρονα διαμορφώνεται το πρότυπο του πολίτη-καταναλωτή, ο οποίος εξαντλεί την ελευθερία που πηγάζει από αυτή την ιδιότητα στην άσκηση μία υπεύθυνης καταναλωτικής συμπεριφοράς. Ο πολίτης-καταναλωτής οφείλει να διαχειρίζεται με υπευθυνότητα τις οικονομικές του συμπεριφορές. Παρουσιάζεται ως ένα ενεργητικό και ανεξάρτητο οικονομικό υποκείμενο που με τις συμπεριφορές του προάγει την παραγωγικότητα και τονώνει την κατανάλωση. Συμπεριφορές που αποκλίνουν από το παραπάνω πρότυπο οδηγούν στη μερική ή ολική απώλεια της ιδιότητας του πολίτη. Η απώλεια της ψυχικής υγείας οδηγεί πρακτικά στο να χάνει κάποιος τα δικαιώματα εκείνα που χαρακτηρίζουν το ρόλο του ως ενεργού πολίτη. Ειδικά οι ψυχοπαθολογικές κατηγορίες της οριακής διαταραχής προσωπικότητας και της διπολικής διαταραχής μπορούν να αναλυθούν ιδιαίτερα γόνιμα μέσα από αυτό το πρίσμα.
Η οριακή διαταραχή προσωπικότητας περιγράφει ένα πρότυπο συμπεριφοράς, όπου κυριαρχούν η αδυναμία να διατηρήσει κάποιος μία παραγωγική εργασία, τα προβλήματα με το νόμο και οι επικίνδυνες πρακτικές καθώς και η απουσία θετικών και ήρεμων διαπροσωπικών σχέσεων. Αντίστοιχα η διπολική διαταραχή προσωπικότητας ταυτίζεται με την έλλειψη παραγωγικότητας τόσο στην καταθλιπτική φάση της, όπου υπάρχει απόσυρση από τη δράση, όσο και κατά τη μανιακή φάση, όπου συχνά επιδεικνύονται υπερβολικά σπάταλες και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Η διπολική διαταραχή αποτελεί διαταραχή του συναισθήματος. Υπό αυτή την έννοια τα προβλήματα συμπεριφοράς που εμφανίζονται θεωρούνται ως αποτέλεσμα των προβλημάτων του συναισθήματος. Αντίστροφα, η οριακή διαταραχή προσωπικότητας θεωρείται περισσότερο ως ένα δυσλειτουργικό πρότυπο συμπεριφοράς και οργάνωσης της προσωπικότητας, το οποίο έχει παγιωθεί μέτά από αποτυχημένες αλληλεπιδράσεις με το περιβάλλον. Υπό αυτή την έννοια τα προβλήματα του συναισθήματος που παρουσιάζονται αντιμετωπίζονται ως αποτέλεσμα της προβληματικής συμπεριφοράς. Το κοινό σημείο βρίσκεται στην αποτυχία του ατόμου να λειτουργήσει με τον τρόπο που αναμένεται κοινωνικά από αυτό, κυρίως ως προς την παραγωγικότητα. Για τη Martens αυτή η διάσταση συνδέει μεταξύ τους τις δύο αυτές ψυχοπαθολογικές κατηγορίες και εν πολλοίς σχετίζεται με την αποκρυστάλλωσή τους ως ξεχωριστών νοσογραφικών οντοτήτων.
Η ανάλυση ψυχοπαθολογικών οντοτήτων μέσα από το πρίσμα κοινωνικών και ιστορικών λειτουργιών αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της ριζοσπαστικής προσέγγισης στην ψυχολογία. Η χρησιμότητα της δεν μπορεί να υποτιμηθεί, καθώς αποτελεί τη διαλλεκτική αντίθεση στον ακραίο θετικισμό, τον αναγωγισμό και τον μεθοδολογικό ατομικισμό που έχει επικρατήσει πλέον στην επιστήμη της ψυχολογίας.
Η ανάλυση ψυχοπαθολογικών οντοτήτων μέσα από το πρίσμα κοινωνικών και ιστορικών λειτουργιών αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα της ριζοσπαστικής προσέγγισης στην ψυχολογία. Η χρησιμότητα της δεν μπορεί να υποτιμηθεί, καθώς αποτελεί τη διαλλεκτική αντίθεση στον ακραίο θετικισμό, τον αναγωγισμό και τον μεθοδολογικό ατομικισμό που έχει επικρατήσει πλέον στην επιστήμη της ψυχολογίας.